Το τραγούδι που ακολουθεί από την Αλκήστη Πρωτοψάλτη "Σήμερα μέρα σκοτεινή" γράφτηκε για την δολοφονία του Μανιάτη ήρωα Νικόλαου Λεωτσάκου υπολοχαγού που "έπεσε" στην Κύθνο την 1η Μαρτίου 1862.
Ακολουθεί απόσπασμα από το Άρθρο του Στ. Κούκουρα, δημοσιευμένο στην εφημερίδα «Ο Φάρος της Λακωνίας», αρ.φ. 477/10.07.84 και 478/10.07.84 και αναρτημένο στο mani.org.gr
Την φλογερή φιλοπατρίαν του υπολοχαγού Λεωτσάκου επυροδότησε, εις αντίστασιν εναντίον της οθωνικής τυραννίας, η προσβολή του στέμματος εναντίον του γηραιού ναυάρχου Κανάρη. συμβόλου των πολυαιμάκτων αγώνων του εικοσιένα, όστις με υπόμνημά του, που είχε υποβάλλει στο στέμμα, προηγουμένως, ζητούσε γενναίο εκδημοκρατισμό της Ελληνικής πολιτικής ζωής! Και ο Λαός ζητούσε να ανατεθή στον γηραιόν και ένδοξον ναύαρχον η εξουσία. Πριν όμως έλθη η ώρα της συμπεφωνημένης ακροάσεώς του από τον Όθωνα, όλως ανεπάντεχα τον απήλλαξε της περαιτέρω φροντίδας δια τον σχηματισμάν Κυβερνήσεως! Η Ιδιαίτερη απήχηση, που είχε η προσβολή εναντίον του Κανάρη απετέλεσε έναυσμα λαϊκής αγανακτήσεως, μ’ αποτέλεσμα να επαναστατήσει το Ναύπλιο, η Ιστορική αυτή πόλις, εγκέφαλος του αγώνα της εθνικής μας ανεξαρτησίας, και αγκαλιασμένοι, τοπική αυτοδιοίκησις, Λαός και στρατός, εκήρυξαν επανάστασιν. Και ενώ η Ναυπλιακή εξέγερσις περνούσε δύσκολες ώρες, η επανάστασις μεταλαμπαδεύθη εις τις Κυκλάδες, με κέντρον το εμποροναυτικό νησί της Σύρου. Τότε ο υπολοχαγός Λεωτσάκος ετέθη επικεφαλής της εξεγέρσεως, βοηθούμενος από τον ανθυπολοχαγόν Μωραϊτίνην και τον σχολάρχην Αριστ. Τσάτσο. Αμέσως οι γενναίοι αυτοί καθαίρεσαν τις Οθωνικές αρχές, κατέσχεσαν το ατμόπλοιον «Καρτερία», επιβιβάσθηκαν εις αυτό, με επικεφαλής τον Λεωτσάκο, μετά πεντήκοντα στρατιωτών, και έβαλαν πλώρη δια την Κύθνον, νησί εκτοπίσεως των αντιπάλων του Όθωνα, προκειμένου ν’ απελευθερώσουν τους πολιτικούς κρατουμένους (1.3.1862).
Δυστυχώς όμως, ενώ ο γενναίος αυτός αξιωματικός έφθασε στην Κύθνο και απελευθέρωσε τους πολιτικούς κρατουμένους, πριν προλάβη το πλοίον «Καρτερία» να αποπλεύση από την Κύθνο, κατέπλευσεν στη Κύθνο τα ατμοδρόμον πλοίον «Αμαλία» με Κυβερνητικές δυνάμεις και τις απεβίβασε στο νησί. Άρχισε τότε σκληρή μάχη. Αγώνας στήθος προς στήθος. Οι Κυβερνητικές δυνάμεις, υπέρτεροι εις αριθμόν και οπλισμόν, κτυπούν λυσσαλέα τους αντικυβερνητικούς, ενώ ταυτόχρονα τα πυροβόλα της «Αμαλίας» βάλλουν καταιγιστικά και αυτά εναντίον της δυνάμεως του Λεωτσάκου. Ο Λεωτσάκος με τους άνδρες του πολεμά σκληρά και συνεχώς ζητωκραυγάζει «Ζήτω το Έθνος, Ζήτω το Σύνταγμα!» Τελικά κάμπτονται!... Στο πεδίο της μάχης πέφτουν νεκροί, ο Λεωτσάκος, ο Μωραϊτίνης και ο φοιτητής Σκαρβέλης, ακόμη δύο στρατιώτες και τρεις πολίτες.
Ο γενναίος αξιωματικός. Λεωτσάκος, καίτοι ευρέθη προ βέβαιου κινδύνου ζωής, δεν ηθέλησε να λιποψυχίση, να διαφύγη τον θάνατον. Επροτίμησε να πέση εις το πεδίον της άνισης μάχης, όρθιος, πολεμών και κραυγάζων μέχρις της στιγμής οπού τα δολοφονικά πυρά των Κυβερνητικών του έκοβαν το νήμα της ζωής του: «Ζήτω το Έθνος. Ζήτω το Σύνταγμα».