Το LAKONIA-GR.blogspot.gr χορηγεί επικοινωνιακά την εκδήλωση του καλοκαιριού
για το Σάββατο, 3 Αυγούστου 2013, όπου ο Παντελής Θαλασσινός μαζί με τη Νανά Μπινοπούλου σμίγουν με τα τυρκουάζ νερά της Ελαφονήσου και τον Σύλλογο Ελαφονησιωτών "ο Φιλόπατρις" .
Στις 9:30 το βράδυ στο γήπεδο ποδοσφαίρου στον Καλόγερα, στην Δυτκή πλευρά του χωριού, ενώ λάντζα και ferry boat θα εξυπηρετούν την μετακίνηση σας και μεταμεσονύχτια.
Η μουσική του συνδέεται με το παρελθόν μ’ ένα, όχι και τόσο αδιόρατο νήμα, που εκτός των άλλων, συνδέει και τις διαφορετικές γενιές των ακροατών του, κι αυτό… παρουσιάζει ενδιαφέρον. Εκείνο που χαρακτηρίζει περισσότερο την παρουσία τού Παντελή Θαλασσινού είναι η αυτόδηλη πιστοποίηση πως τα τραγούδια του έχουν καταγωγή. Αν και στα πρώτα του χρόνια στη δισκογραφία φάνηκε να είναι επηρεασμένος από τη δυτική νεανική μουσική με τις κιθάρες και τα γκρουπάκια -εποχή των «Λαθρεπιβατών»,- αναθεώρησε αρκετά από τα στοιχεία εκείνα και στα μέσα της δεκαετίας του ’90 ανέτρεψε συνειδητά τα έως τότε δεδομένα, χαράζοντας μια πορεία διαφορετική με σημείο αιχμής το Αιγαίο πέλαγος και τα Ανατολικά παράλια που έγιναν η κινητήριος δύναμη του τραγουδιού του. Μελωδική και χρωματική επιλογή, που εν πολλοίς στηρίχτηκε στα λησμονημένα από τη σύγχρονη τραγουδιστική βιομηχανία όργανα της ευρύτερης περιοχής, που πλέον δεν τα παίζουν οι γέροντες στα χωριά, αλλά τα νέα καταρτισμένα παιδιά στην Αθήνα ή και αλλού. Σε συνδυασμό με την ανάλογη θεματογραφία των τραγουδιών του (στην οποία συνέβαλε τα μέγιστα η πένα του αείμνηστου Ηλία Κατσούλη, όπως και του Άκου Δασκαλόπουλου) θα μπορούσε να θεωρηθεί, εκτός των άλλων, συνθέτης που γράφει εύθυμους αλλά και μελαγχολικούς σκοπούς όπως αρμόζει στην «Άσπρη θάλασσα» με τα πανηγύρια του Αυγούστου, το θαλασσινό αγέρι και την «ερωτική αλμύρα». Διατηρώντας το πνεύμα της φυγής και της αλλαγής, μετακινούμενος από τη Χίο (καταγωγή από πατέρα) στην Πάρο (όπως στην Αθήνα και στη Χίο έτσι και στην Πάρο διατήρησε μαγαζί με την ονομασία «Μυροβόλος»), τη Σέριφο (καταγωγή από μητέρα) και τον Πειραιά (όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε), κατάφερε να μεταφέρει το μήνυμα της παράδοσης χωρίς να γίνει παραδοσιακός και να το εντάξει στη σύγχρονη μουσική κατάσταση, μαζί με τις μελωδικές μπαλάντες και τα λαϊκά.
Στις 9:30 το βράδυ στο γήπεδο ποδοσφαίρου στον Καλόγερα, στην Δυτκή πλευρά του χωριού, ενώ λάντζα και ferry boat θα εξυπηρετούν την μετακίνηση σας και μεταμεσονύχτια.
Η μουσική του συνδέεται με το παρελθόν μ’ ένα, όχι και τόσο αδιόρατο νήμα, που εκτός των άλλων, συνδέει και τις διαφορετικές γενιές των ακροατών του, κι αυτό… παρουσιάζει ενδιαφέρον. Εκείνο που χαρακτηρίζει περισσότερο την παρουσία τού Παντελή Θαλασσινού είναι η αυτόδηλη πιστοποίηση πως τα τραγούδια του έχουν καταγωγή. Αν και στα πρώτα του χρόνια στη δισκογραφία φάνηκε να είναι επηρεασμένος από τη δυτική νεανική μουσική με τις κιθάρες και τα γκρουπάκια -εποχή των «Λαθρεπιβατών»,- αναθεώρησε αρκετά από τα στοιχεία εκείνα και στα μέσα της δεκαετίας του ’90 ανέτρεψε συνειδητά τα έως τότε δεδομένα, χαράζοντας μια πορεία διαφορετική με σημείο αιχμής το Αιγαίο πέλαγος και τα Ανατολικά παράλια που έγιναν η κινητήριος δύναμη του τραγουδιού του. Μελωδική και χρωματική επιλογή, που εν πολλοίς στηρίχτηκε στα λησμονημένα από τη σύγχρονη τραγουδιστική βιομηχανία όργανα της ευρύτερης περιοχής, που πλέον δεν τα παίζουν οι γέροντες στα χωριά, αλλά τα νέα καταρτισμένα παιδιά στην Αθήνα ή και αλλού. Σε συνδυασμό με την ανάλογη θεματογραφία των τραγουδιών του (στην οποία συνέβαλε τα μέγιστα η πένα του αείμνηστου Ηλία Κατσούλη, όπως και του Άκου Δασκαλόπουλου) θα μπορούσε να θεωρηθεί, εκτός των άλλων, συνθέτης που γράφει εύθυμους αλλά και μελαγχολικούς σκοπούς όπως αρμόζει στην «Άσπρη θάλασσα» με τα πανηγύρια του Αυγούστου, το θαλασσινό αγέρι και την «ερωτική αλμύρα». Διατηρώντας το πνεύμα της φυγής και της αλλαγής, μετακινούμενος από τη Χίο (καταγωγή από πατέρα) στην Πάρο (όπως στην Αθήνα και στη Χίο έτσι και στην Πάρο διατήρησε μαγαζί με την ονομασία «Μυροβόλος»), τη Σέριφο (καταγωγή από μητέρα) και τον Πειραιά (όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε), κατάφερε να μεταφέρει το μήνυμα της παράδοσης χωρίς να γίνει παραδοσιακός και να το εντάξει στη σύγχρονη μουσική κατάσταση, μαζί με τις μελωδικές μπαλάντες και τα λαϊκά.